Σας παραθέτουμε την απαντητική επιστολή των νομικών συμβούλων της Ομοσπονδίας, KLC Law Firm, σε συνέχεια της επιστολής του συναδέλφου Κίμωνα Κλωνάρη που εστάλει στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΠΟΕΠΠΠ:
Λάβαμε γνώση του εις βάρος υμών, ημών και άλλων συνεργατών σας λιβελλογραφήματος το οποίο εστάλει, σήμερα, ηλεκτρονικά στα μέλη του Δ.Σ της ΠΟΕΠΠΠ . Είμαστε βέβαιοι ότι όσον αφορά στο συνδικαλιστικό σκέλος των όσων γράφει θα απαντήσετε σεις κατάλληλα. Όσον αφορά εμάς, επιφυλασσόμαστε για κάθε νόμιμο δικαίωμά μας, όμως αυτή τη στιγμή νομίζουμε ότι προέχει μία επί της ουσίας απάντηση σε όσα ισχυρίζεται ο γράφων σχετικά με το νομικό σημείωμα που σας αποστείλαμε και το οποίο απετέλεσε την βάση της συμμετοχής της Ομοσπονδίας στον δημόσιο διάλογο για το συζητούμενο νομοσχέδιο.
Ειδικότερα και με τη σειρά στην οποία αναφέρεται:
- 1. Η Πράξη 91/2005 του Ζ’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην οποία αναφέρεται ο γράφων δεν έχει ως αντικείμενο τον ΟΠΑΠ αλλά τον έλεγχο νομιμότητας σχεδίου σύμβασης που προκηρύχθηκε από το Υπουργείο Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής για την ανάδειξη αναδόχου του έργου μεταφοράς ποσίμου νερού με υδροφόρα πλοία στα νησιά του Νομού Κυκλάδων. Ίσως ο γράφων, που καθώς φαίνεται ελλοχεύει εκτός Κυκλάδων στην Θάσο, να έχει πρόβλημα με αυτόν τον διαγωνισμό πρόβλημα, αυτό όμως δεν αφορά ούτε την Ομοσπονδία ούτε τον ΟΠΑΠ.
- 2. Πράγματι Πράξη της 7/3/2005 του Ζ’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου δέχεται ότι ο ΟΠΑΠ ασκεί αμιγώς εμπορική δραστηριότητα η οποία ”δεν συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την ικανοποίηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος” ενώ τα έσοδα του ΟΠΑΠ ”δεν χρησιμοποιούνται για την ικανοποίηση δημόσιων ή κρατικών σκοπών”. Η Πράξη αυτή ανατράπηκε οριστικά και αμετάκλητα από την απόφαση 1776/2007 της Ολομέλειας του ΣτΕ, η οποία δέχθηκε ότι ο ΟΠΑΠ ανεξάρτητα από την νομική του μορφή ”αποτελεί οργανισμό που λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος” και ασκεί δραστηριότητα κοινής ωφέλειας, τελεί δε υπό την εποπτεία του Κράτους. Ο γράφων διατείνεται ότι μετά την Πράξη της 7/3/2005 του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ο ν. 3336/2005 αντικαταστάθηκε από τον ν. 3429/2005. Η Πράξη αυτή προηγήθηκε του ν. 3336/2005. Επομένως είναι αδύνατον το Ελεγκτικό Συνέδριο όταν (κατά την διατύπωση του γράφοντος) ”πέταγε τον ΟΠΑΠ εκτός Δημοσίου” να είχε υπόψη έναν νόμο που δεν είχε ακόμη εκδοθεί και τεθεί σε ισχύ.
- 3. Γνώμη μας είναι ότι η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν.3336/2005, δυνάμει της οποίας ”Το Δημόσιο διορίζει το ήμισυ και πλέον ενός των μελών του ΔΣ του ΟΠΑΠ για το χρονικό διάστημα παραχώρησης από το Ελληνικό Δημόσιο του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας των παιχνιδιών που προβλέπονται στην από 15.12.2000 σύμβαση αποκλειστικότητας που έχει συναφθεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ σύμφωνα με το άρθρο 27 του ν. 2843/2000 (ΦΕΚ 219 Α΄) ή των τυχόν ανανεώσεών της, κατά τους όρους της σύμβασης αυτής” εξακολουθεί, παρά τον νεότερο νόμο 3429/2005 να παράγει τα αποτελέσματά της. Αυτό επειδή η παραπάνω πλειοψηφία του Δημοσίου είναι θεσμική εγγύηση της σύμβασης παραχώρησης ενός αποκλειστικού δικαιώματος του Δημοσίου, η εγγύηση αυτή ισχύει για όσο διάστημα παραχωρείται στον ΟΠΑΠ το αποκλειστικό αυτό δικαίωμα του Δημοσίου. Διαφορετική προσέγγιση θα σήμαινε ότι εάν σε μία τυχόν μελλοντική περαιτέρω ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ, αν δηλαδή το Δημόσιο αποφάσιζε, λαμβάνοντας τα αναγκαία νομοθετικά και κανονιστικά μέτρα, π.χ. να κρατήσει ένα μικρό μόνον ποσοστό του ΟΠΑΠ διαθέτοντας το λοιπό σε μεγάλο ιδιώτη επενδυτή, αυτό θα σήμαινε ότι η παραπάνω αποκλειστική παραχώρηση του Δημοσίου, αξίας πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ για τον συνολικό της χρόνο, θα ήταν υπό την διαχείριση ενός ΔΣ που δεν θα ήλεγχε το Δημόσιο.
Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να γίνει δεκτό. Ασφαλές επιχείρημα υπέρ της άποψής μας αυτής παρέχει η Γνωμοδότηση 289/2006 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία δέχεται ότι ενόψει του ειδικού δημοσιονομικού σκοπού μιας ειδικής διάταξης (εν προκειμένω του άρθρου 10 του ν. 2322/1995), ο οποίος συνίσταται στην να έχει το Ελληνικό Δημόσιο άμεση ενημέρωση για την οικονομική κατάσταση των ΔΕΚΟ και των τρόπων αξιοποίησης των κεφαλαίων που δανείζονται με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, γίνεται δεκτό ότι το άρθρο 20 του ν. 3429/2005, παρά αντίθετη διατύπωσή του, δεν έχει καταργήσει την αντίθετη διάταξη του άρθρου 10 του ν. 2322/1995. Κατά αντίστοιχο τρόπο. Η ερμηνεία λοιπόν που δώσαμε είναι ορθή, τεκμηριωμένη και προς το συμφέρον του Δημοσίου, του ΟΠΑΠ και της Ομοσπονδίας.
Είναι αυτονόητο ότι όσο το Δημόσιο έχει την δυνατότητα, ως μέτοχος, να προσδιορίζει την πλειοψηφία των μελών ΔΣ του ΟΠΑΠ ο σκοπός της διάταξης του άρθρου 14 παρ. 2 του ν. 3336/2005 πραγματοποιείται και πάσα περαιτέρω συζήτηση παρέλκει.
- 4. Στο σημείωμά μας πράγματι αναφερθήκαμε μόνο στις δέσμες των αποφάσεων στις υποθέσεις Cambelli και Placanica. Ασφαλώς και γνωρίζουμε ότι έχει εκδοθεί πλειάδα αποφάσεων σχετικά με εθνικές ρυθμίσεις για τυχερά παίγνια. Επιλέξαμε αυτές γιατί αυτές θεωρούνται, όπως προκύπτει και από την συχνή αναφορά μεταγενεστέρων αποφάσεων, αρκούντως βασικές και πάντως είναι πλήρως επαρκείς για να στηρίξουν τα συμφέροντα της Ομοσπονδίας. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κρίνει κάθε φορά την συγκεκριμένη εθνική ρύθμιση, η οποία, βεβαίως, δεν είναι πάντοτε όμοια με την ελληνική. Επομένως εκείνο που έπρεπε να σημειώσουμε είναι εκείνο που σημειώσαμε: αποφάσεις που θέτουν τα θεμέλια των εξουσιών και αρμοδιοτήτων που, προς το συμφέρον της Ομοσπονδίας, πρέπει να συνεχίσει να διαθέτει ο ΟΠΑΠ. Αυτό είναι αρκετό.
Για να καταστήσουμε ακόμη σαφέστερο ότι δεν συμφέρει στην Ομοσπονδία, ούτε στον ΟΠΑΠ, να μνημονεύσουμε περισσότερες αποφάσεις, διότι τότε ένας αντίπαλος θα τις αναμόχλευε όλες, σημειώνουμε ότι η πιο πρόσφατη σειρά αποφάσεων καταδικάζει την Γερμανία διότι διατηρεί, με τον τρόπο που αυτή το διατηρεί, κρατικό μονοπώλιο στην διοργάνωση στοιχημάτων επί των αθλητικών αναμετρήσεων. Πρόκειται, π.χ. για την (όμοια με άλλες) εντελώς πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση C-409/2006 Winner Betten κατά Buergemeisterin der Stadt Bergheim. Σε αυτήν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αφού σημείωσε ότι ένα ”μονοπώλιο δεν δικαιολογείται από τον προβαλλόμενο σκοπό που είναι να αποτραπεί η παρότρυνση σε υπέρμετρες δαπάνες συνδεόμενες με το παίγνιο και να καταπολεμηθεί ο εθισμός σε αυτό, εφόσον οι εθνικοί φορείς που είναι εξουσιοδοτημένοι να διοργανώνουν στοιχήματα επί των αθλητικών αναμετρήσεων αναμφισβήτητα ενθαρρύνουν τη συμμετοχή στα στοιχήματα”, κατέληξε ότι το ευρωπαϊκό δίκαιο δεν επιτρέπει να συνεχίζεται η εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας περί κρατικού μονοπωλίου επί των στοιχημάτων επί των αθλητικών αναμετρήσεων, και μάλιστα ακόμη και αν αυτή η εθνική νομοθεσία είναι μεταβατική. Αυτήν ακριβώς την συζήτηση, που προκύπτει από αποφάσεις μετά τις υποθέσεις Gambelli και Placanica δεν θεωρούμε ούτε ορθό ούτε σκόπιμο να ανοιγεί.
Αθήνα 21 Σεπτεμβρίου 2010
Με τιμή
Εταιρία δικηγόρων KLC Law Firm.
Γιάννης Ζ. Δρόσος