Βελτίωση των οικονομικών δεικτών με σημαντικά ωστόσο διαρθρωτικά προβλήματα, προσδοκία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για μέτρα ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας και ελάφρυνσης των φορολογικών βαρών καθώς και το ζητούμενο για συμμετοχή των μικρών επιχειρήσεων στο μέρισμα ανάπτυξης καταγράφει, μεταξύ άλλων, η εξαμηνιαία έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για την αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές επιχειρήσεις (0-49 άτομα προσωπικό οι οποίες αποτελούν το 99,6% των ελληνικών επιχειρήσεων).
>> Δες την έκθεση σε infographic
Όπως σημειώνεται στην έρευνα, το α’ εξάμηνο του 2018 συνδέεται σε ένα βαθμό με την αναμενόμενη έξοδο της ελληνικής οικονομίας από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Αποτελεί την 3η συνεχόμενη εξαμηνία έρευνα όπου είναι εμφανής η βελτίωση στους δείκτες οικονομικού κλίματος, που επιτυγχάνεται ωστόσο αργά αλλά σταθερά. Συμβαδίζει με την σταθερή βελτίωση των μακροοικονομικών δεικτών (μείωση της ανεργίας, επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, βελτίωση των όρων του εξωτερικού εμπορίου), αλλά και άλλων δεικτών (θετικό ισοζύγιο εγγραφών-διαγραφών επιχειρήσεων, ισχυρές επιδόσεις σε ορισμένους κλάδους όπως του τουρισμού). Υπό την υφιστάμενη συγκυρία, η πρόβλεψη για προσέγγιση του 2,3% ως ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης το 2018 φαίνεται ρεαλιστική και επιτεύξιμη Ωστόσο, η ανάκαμψη αυτή συντελείται σε ένα περιβάλλον διεθνών οικονομικών και γεωπολιτικών εξελίξεων οι οποίες μπορεί να θέσουν σε αβεβαιότητα αυτή την θετική πορεία.
Σύμφωνα με το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η έξοδος της χώρας μας από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής αποτελεί αναμφίβολα μια θετική εξέλιξη. Ωστόσο η έξοδος αυτή βρίσκει την οικονομία μας κατά 25% συρρικνωμένη σε σχέση με την έναρξη της κρίσης, με διπλάσια ανεργία σε σχέση με το 2010 και με σημαντικά διαρθρωτικά προβλήματα.
Αυτά τα διαρθρωτικά προβλήματα φαίνονται και από τα ευρήματα της έρευνας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι:
Α) Οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις έχουν πλέον προσαρμόσει την δραστηριότητα τους μέσα σε ένα περιοριστικό οικονομικό περιβάλλον και αυτό σε ένα βαθμό εξηγεί και την αργή τους επανάκαμψη.
Β) Έχει παγιωθεί ένας νέος οικονομικός δυϊσμός στην πραγματική οικονομία, με αποτέλεσμα να προκαλούνται έντονες ανταγωνιστικές πιέσεις προς τις μικρές επιχειρήσεις. Αυτή η διαδικασία μετασχηματισμού έκανε αισθητή την παρουσία της το καλοκαίρι του 2015, με αποτέλεσμα οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες επιβίωσαν στην πρώτη φάση της ύφεσης (2010-2014), να δυσκολεύονται να επανακάμψουν. Παράλληλα, έχει αναπτυχθεί μια δεύτερη εκδοχή δυϊσμού, μεταξύ επιχειρήσεων που γεννήθηκαν μέσα στην κρίση και προσάρμοσαν τα οικονομικά τους στοιχεία σε μια δύσκολη συγκυρία διατηρώντας χαμηλές προσδοκίες για το μέλλον, και εκείνων των επιχειρήσεων που προηγήθηκαν της κρίσης, οι οποίες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα.
- Σταδιακή μείωση της υπέρμετρης φορολόγησης, με διαμόρφωση οδικού χάρτη μείωσης βαρών που λειτουργούν ως τροχοπέδη για την ανάπτυξη.
- Για τις μικρές επιχειρήσεις που παρουσιάζουν δυνατότητες ανάπτυξης, κίνητρα επενδύσεων και προώθησης τους σε μεγαλύτερες και περισσότερες αγορές.
- Για τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, και παράλληλα με την αμείωτη προσπάθεια βελτίωσης του εξωδικαστικού μηχανισμού, να θεσμοθετηθούν υποστηρικτικές δράσεις για την αναδιάρθρωση των επιχειρήσεων, την διάσωση και την παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας σε όσους επιθυμούν να επιχειρήσουν ξανά. Επίσης θα πρέπει να επανεξεταστεί ο τρόπος ρύθμισης οφειλών ώστε να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής και να ενισχυθεί η διατηρησιμότητα των ρυθμίσεων.
- Για τις επιχειρήσεις που φαίνονται να είναι αδύναμες και κινδυνεύουν να κλείσουν, με σοβαρές συνέπειες για την απασχόληση και την επιβίωση των μελών, προτείνεται η θεσμοθέτηση ενός πάγιου μηχανισμού κοινωνικής προστασίας, που θα περιλαμβάνει δράσεις αξιοποίησης του παραγωγικού εξοπλισμού και του ανθρώπινου κεφαλαίου, με παράλληλη κάλυψη των επαγγελματιών έναντι των κινδύνων φτώχειας και αποκλεισμού.
Ένα από τα σημαντικά ευρήματα της έρευνας συνίσταται στο ότι η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρηματιών – και αυτό δεν αφορά μόνο τις ΜμΕ – θεωρούν ότι το ποιο βασικό εμπόδιο για την επιχειρηματική τους δραστηριότητα είναι η υπέρμετρη φορολόγηση. Θεωρούμε ότι εκτός από τις ελαφρύνσεις που θα προκύψουν εξαιτίας των θετικών δημοσιονομικών επιδόσεων είναι ανάγκη να ανοίξει πλέον η ατζέντα και ο διάλογος για έναν ριζικό ανασχεδιασμό της φορολογικής πολιτικής.
Ένας τέτοιος ανασχεδιασμός θα πρέπει να μεριμνά για: α) την υιοθέτηση και την θεσμοθέτηση κινήτρων για αποκάλυψη εισοδημάτων εκ μέρους των φορολογουμένων και β) εκτός από την στενή ταμειακή λειτουργία – απαραίτητη για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων – να ενισχυθούν με τρόπο ορθολογικό τόσο η αναδιανεμητική όσο και η αναπτυξιακή λειτουργία της φορολογικής πολιτικής.